ΚΟΟΠΕΡΑΤΙΒΑ ΦΟΥΑΓΙΕ
Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012
Κοοπερατίβα
Κοοπερατίβα
κοοπερατίβα η (ουσιαστικό) [ ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ :ιταλ. λ. cooperativa (λατ. λ. cum - opera) συνεταιρισμός, σωματείο] συνεταιρισμός εργατών σε κοινή εργασία, αλλιώς συνεργατική.
λόγου τέχνη, σκέψεως ποίησις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Νεότερη ανάρτηση
Αρχική σελίδα
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου